αρχική

Γιώργος Φούντας (1924 - 2010)

«Άμα ρωτήσεις τον Γιώργο Φούντα από πού έρχεται, ίσως απαντήσει ...... από το Μπλακ Στόουν. Είναι ο τρόπος του, να διακωμωδήσει ότι δύο χωριά στην Παρνασσίδα διεκδικούν τον τόπο καταγωγής του. Η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Αν και το πατρικό του ήταν στην Καστριώτισσα, η μάνα του τον γέννησε σ' ένα χωραφάκι που είχε παραδίπλα, στο Μαυρολιθάρι. Από το Μπλακ Στόουν λοιπόν και την Καστριώτισσα -για να τους ευχαριστήσουμε όλους- έρχεται τεσσάρων χρόνων στην Αθήνα το 1929, μαζί με τα πέντε αδέρφια και τους γονείς του, για να ζήσουν έκτοτε στη Ριζούπολη.

Στα εφηβικά του χρόνια μοιράζει γάλα στις γειτονιές, παρακολουθεί μαθήματα σε νυχτερινό σχολείο και ασχολείται με τον αθλητισμό. Μετά έρχεται ο πόλεμος. Στα μέσα της κατοχής ο Γιώργος Τζαβέλλας θα του δώσει ένα μικρό ρόλο στην ταινία του "Χειροκροτήματα" που θα προβληθεί με μεγάλη επιτυχία το 1944. Και ακολουθεί ο εμφύλιος. Μετά από το θάνατο των δύο καλύτερων φίλων του μπαίνει στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών. Ίσως να ήταν ένας τρόπος να αντιδράσει και να αποδράσει μέσα από την τραγική κατάσταση που επικρατεί σε όλη τη χώρα.

Στα μέσα του 1949, ο Αιμίλιος Βεάκης και δάσκαλος του Γιώργου Φούντα ανεβάζει το θεατρικό έργο "Νυφιάτικο τραγούδι" στο Περοκέ. Φαντάρος και παντρεμένος με δυο παιδιά, παίρνει κύριο ρόλο στην παράσταση με εξασφαλισμένο το στρατοδικείο, αν μαθευόταν η συμμετοχή του. Η συνέχεια της πορείας του είναι γνωστή. Θέατρο, κινηματογράφος, τηλεοπτικές σειρές, βραβεία και δύο γάμοι.

Το 1947 παντρεύεται την Ελένη Επισκόπου. Μαζί της αποκτά 2 παιδιά. Την Τζέλλα και τον Θύμιο. Ο γάμος τους όμως δεν κράτησε για πάντα. Το 1954 γνωρίζει την Χρύσα Ζώκα και μετά από μερικά χρόνια αποκτούν ένα γιο, τον Πάνο. Ευτύχησε να αποκτήσει εγγόνια και δισέγγονα".

Απόσπασμα από το άρθρο του σεναριογράφου Δημήτρη Βάκη "Φωτιά γεννιέσαι, δεν γίνεσαι" που δημοσιεύτηκε στον "Κόσμο του Επενδυτή".

 

Μια προσωπική εκτίμηση

Στον ελληνικό κινηματογράφο, κάποιοι ηθοποιοί έχτισαν την καριέρα τους πάνω στον ρόλο του «κακού». Παρόλο που σπάνια είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο, μεγάλοι ηθοποιοί και εξαιρετικοί άνθρωποι όπως ο Ανέστης Βλάχος, ο Δήμος Σταρένιος, ο Αρτέμης Μάτσας και ο Σπύρος Καλογήρου, στήριξαν στις περισσότερες ταινίες τους τον χαρακτήρα του βίαιου ή προβληματικού νεαρού, του τσιφούτη γερο-Λαδά, του καταδότη και του εγκληματία.

Σκηνοθέτες και σεναριογράφοι όμως, εμπιστεύτηκαν στον Γιώργο Φούντα ρόλους που ήξεραν πολύ καλά ότι μέσα από τα στοιχεία της προσωπικότητάς του και την υποκριτική του ικανότητα θα απέδιδε άριστα τον σκληρό, επιθετικό και κυνικό χαρακτήρα, ταυτόχρονα -και όχι παράλληλα- με τον πληγωμένο, προδομένο και μετανιωμένο «κακό» της ταινίας.

Στη «Στέλλα», ο -ανεπανόρθωτα προδομένος και εκτεθειμένος στην κοινωνία- Μίλτος, προσπαθεί να τη διώξει και να τη σώσει από τα ίδια του χέρια.

201501200337396

- Στέλλα φύγε, θα σε σκοτώσω.....Γιατί δε φεύγεις;

 

Στο «Κορίτσι με τα μαύρα» ο Γιώργος Φούντας καταρρέει όταν η Έλλη Λαμπέτη τον προκαλεί να παραδοθεί στις Αρχές του νησιού γιατί «ντροπή είναι να λες ψέματα και να φοβάσαι». Και παραδίνεται .....

2015012003063269  

 

Στα «Κόκκινα Φανάρια» το σκληρό «αφεντικό» του οίκου ανοχής ερωτεύεται την Τζένη Καρέζη και αργότερα μετανιώνει για τις πράξεις του.

2015012003063483

- Πάρ' τα σου λέω, είναι δικά σου τα χρήματα! Θα τα χρειαστείς!

 

Μαθήματα ζωής για όσους κατάφεραν να νιώσουν μέσα από τους ρόλους του, τις έννοιες της ενοχής, της μεταμέλειας, της ειλικρίνειας και της δικαιοσύνης, ακόμα και αν αυτές «βγήκαν» μέσα από το έγκλημα και την προδοσία.

 

Μαυρολιθάρι και Καστριώτισσα

Ο Γιώργος Φούντας για όλους εμάς που έχουμε κοινό τόπο καταγωγής, ήταν πολλά περισσότερα από έναν καλλιτέχνη με διεθνή καριέρα και διακρίσεις.

Ήταν ένα ιδιαίτερα γνώριμο και γήινο πρόσωπο που θύμιζε πολλά από την σκληρή αγροτική ζωή του τόπου μας. Ήταν ο Φώτης Γλάρος από το βιβλίο του Ηλία Βενέζη «ΓΑΛΗΝΗ» που μεταφέρθηκε σε τηλεοπτική σειρά και προβλήθηκε από την κρατική τηλεόραση το 1976. Ήταν ο άνθρωπος που έσκαβε τη γη με μοναδικά αληθινό τρόπο χωρίς ίχνος υποκριτικής, όπως ακριβώς έκαναν οι γονείς του και οι παππούδες μας. Δούλευε με κόπο και ιδρώτα και πάσχιζε να ριζώσει για να κάνει προκοπή.

Ήταν ο άνθρωπος που δεν κυνηγούσε χίμαιρες και δεν άφηνε τις αντιξοότητες της ζωής να τον παρασύρουν για να ζήσει τη ζωή του χωρίς ήθος και αξιοπρέπεια.

Ας τον κρατήσουμε λοιπόν στο μυαλό μας με μια διαφορετική εικόνα, όπως καλύτερα θα του ταίριαζε. Στη γειτονιά των αγγέλων πια, όμορφο και δυνατό με τη λεβέντικη κορμοστασιά του, να χορεύει ζεϊμπέκικο και να ξεσηκώνει φίλους και εχθρούς, αγγέλους και σατανάδες σε ένα ξέφρενο λαϊκό γλέντι που όμοιό του δεν θα υπάρξει ποτέ.

Χριστίνα Μπουσινάκη